Μετά απο πολλές ενέργειες, ιδιαίτερα του συλλόγου των Βασσαραίων της Αθήνας «Ο Διόνυσος», αλλά και πολλές αντιρήσεις, κακομοιριά και γκρίνια, και αφου συγκέντρωσαν μερικά χρήματα από εισφορές πατριωτών, έγινε τελικά η σύμβαση του έργου της κατασκυής του δημόσιου δρόμου Βασσαρά-διακλάδωση Σελλασίας με τον εργολάβο Ν. Βαλαούραν απο την Αθήνα. Τελικά ήλθε η μεγάλη ημέρα που οι Βασσαραίοι περίμεναν υπομονετικά για τόσα χρόνια. Ήταν η 2 Μαϊου του 1922 που μπροστά στο σχολείο, όπου και η αφετηρία του υπό κατασκυήν αμαξωτού δρόμου, και συγκεντρωθέντων όλων των κατοίκων του χωριού, εψάλη αγιασμός χοροσταντούντων του ηγουμένου των Αγίων Τεσσαράκοντα Γερασίμου Πετράκη και του αιδεσιμοτάτου εφημερίου μας Δημητρίου Μαμουνά (παπα-Δημήτρη).
Κατά το τέλος του αγιασμού ομίλησε ο ηγούμενος καθώς και ο πρόεδρος της κοινότητος Γεώργιος Μαλάμης, οι οποίοι και οι δύο, αφού επαίνεσαν την αξία του έργου αυτού, προέτρεψαν τους κατοίκους του χωριού αλλά και τους απανταχού ευρισκομένους πατριώτες να προσφέρουν με κάθε τρόπο, οικονομικά και προσωπικά για τηνταχεία περάτωση του έργου αυτού, χωρίς διαμαρτυρίες για τυχόν ζημίες που θα υφίσταντο λόγω διελεύσεως του δρόμου απο τα χωράφια τους ή τ`αμπέλια τους, γιατί επρόκειτο για ενα έργο που θα εξυπηρετούσε τους πάντες και για το οποίο όλοι τους θα ήταν υπερήφανοι. Τελευταίος μίλησε ο γιατρός Γεώργιος Ζαχαρακόπουλος που με γραφικά λόγια ανέπτυξε τ`αγαθά της συγκοινωνίας και λέγοντας ότι, η 2 Μαϊου 1922 θα μείνει ιστορική για το Βασσαρά, ως ημέρα προόδου, πολιτισμού κι`ευημερίας.
Μετά τις ομηλίες, όλοι με τα ξυνάρια, φτιάρια και κασμάδες στα χέρια, προηγουμένων των ιερέων και υπο τις οδηγίες του εργολάβου Ν. Βαλαούρα, όρμησαν προς το κάμπο, εκαθάρισαν τη γραμμή του δρόμου που πέρναγε απο του Μπούσουλα, προχώρησαν στον Αγιο-Τρύφωνα, πέρασαν περί τα δέκα μέτρα αριστερά του πηγαδιού, εως το Κεραδοκάμινο του Ηλία Σταυρόπουλου, κόβοντας κούρβουλα, απ`τα αμπέλια, γεννήματα που μόλις τότε είχαν σπαρτεί, ελιές και ότι άλλο ευρίσκετο στη χάραξη του δρόμου. Ο κόσμος δούλευε σαν να γλεντούσε, σαν να διασκέδαζε μ`αυτό που έκαμε. Ήταν ενας ακράτητος ενθουσιασμός. Οι γεροντότεροι συναγωνίζοντο με τους νεότερους. Ήθελαν να τελειώσει το γρηγορότερον, να τον απολαύσουν κι`εκείνοι προτού αποθάνουν.
Μαζί με τα χώματα, τις πέτρες, τα κλαριά, οι Βασσαραίοι επέταγαν με τα φτιάρια τους, τα ξυνάρια τους, τα κλαδευτήρια τους και τα χέρια τους πολύ μακριά την οπισθοδρομικότητα την γκρίνια, την ψωροϋπερηφάνεια και όλα τα κακά ελαττώματα, και άνοιγαν την μεγάλη προς την πρόοδον, την μεγάλη προς τον πολιτισμό λεωφόρο του Βασσαρά.